top of page

Σαν βγεις στον «πόλεμο» κατά των λιπαρών, κράτα μικρό καλάθι...
 

Ο "πόλεμος" στα κορεσμένα λίπη είναι το μεγαλύτερο λάθος στην ιστορία της διατροφής;

Ενώ, τα τελευταία χρόνια, οι άνθρωποι έχουν μειώσει την πρόσληψη ζωικών λιπών και διαιτητικής χοληστερόλης, πολλές σοβαρές ασθένειες έχουν αυξηθεί, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε πια στη μέση των παγκόσμιων πανδημιών της παχυσαρκίας, του μεταβολικού συνδρόμου και του διαβήτη τύπου ΙΙ.


Οι μελέτες που διεξήχθησαν τις τελευταίες δεκαετίες αποδεικνύουν ότι ούτε τα κορεσμένα λίπη ούτε η διαιτητική χοληστερόλη είναι αυτά που προκαλούν βλάβη στους ανθρώπους. Οι επιστήμονες αρχίζουν τώρα να συνειδητοποιούν ότι ολόκληρο το δόγμα σχετικά με την χαμηλή πρόσληψη σε λιπαρά ήταν τελικά ένα τεράστιο λάθος?!

Τα γραφήματα που παρατίθενται παρακάτω αποδεικνύουν περίτρανα του λόγου το αληθές.


1. Στην Ευρώπη, οι χώρες που τρώνε τα περισσότερα κορεσμένα λιπαρά έχουν τον χαμηλότερο κίνδυνο καρδιακής νόσου.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Πηγή : Hoenselaar R. Further response from Hoenselaar. British Journal of Nutrition, 2012.


Έχετε ακούσει ποτέ για το "Γαλλικό Παράδοξο";

Είναι μια φράση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το φαινομενικά "παράδοξο" γεγονός ότι οι Γάλλοι έχουν χαμηλό κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, ενώ καταναλώνουν μια διατροφή που έχει υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά.

Λοιπόν ... εδώ είναι το ευρωπαϊκό παράδοξο, όπου δεν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών και των θανάτων από καρδιακές παθήσεις σε διάφορες χώρες της Ευρώπης. Αντίθετα, οι χώρες που καταναλώνουν περισσότερο κορεσμένα λιπαρά έχουν μικρότερο κίνδυνο να πεθάνουν από καρδιακές παθήσεις.

 


2. Η επιδημία της παχυσαρκίας στις Η.Π.Α. ξεκίνησε σχεδόν το ίδιο ακριβώς χρονικό διάστημα που δημοσιεύτηκαν οι κατευθυντήριες οδηγίες για τη δίαιτα χαμηλού λίπους .

 

 

 

 

 

 

Πηγή : National Center for Health Statistics (US). Health, United States, 2008: With Special Feature on the Health of Young Adults. Hyattsville (MD): National Center for Health Statistics (US); 2009 Mar. Chartbook.

Πίσω στο έτος 1977, και ενώ η διατροφή με χαμηλά λιπαρά συστήθηκε σε όλους τους Αμερικανούς είναι ενδιαφέρον να δούμε ότι η επιδημία της παχυσαρκίας ξεκίνησε σχεδόν ακριβώς την ίδια στιγμή που αυτές οι κατευθυντήριες κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά.

 

Παρόλο που αυτό το γράφημα δεν αποδεικνύει τίποτα (ο συσχετισμός δεν ισοδυναμεί με αιτιώδη συνάφεια), αυτό ίσως βγάζει νόημα αν αναλογιστούμε πως οι άνθρωποι άρχισαν να εγκαταλείπουν τα παραδοσιακά τρόφιμα όπως το βούτυρο,  χάρη των επεξεργασμένων τροφίμων με χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά.

 

3. Δίαιτες που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά αλλά χαμηλή σε υδατάνθρακες δημιουργούν μεγαλύτερη απώλεια βάρους από δίαιτες που έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά.

 

Πηγή: Brehm BJ, et al. A randomized trial comparing a very low carbohydrate diet and a calorie-restricted low fat diet on body weight and cardiovascular risk factors in healthy women. The Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism, 2003.

 

Στην παραπάνω μελέτη, οι γυναίκες που κατανάλωναν δίαιτα χαμηλών υδατανθράκων, με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά μέχρι να αισθανθούν κορεσμό, έχαναν περισσότερο από το διπλάσιο βάρος από τις γυναίκες που κατανάλωναν δίαιτα με χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά με θερμίδες.

Η αλήθεια είναι ότι οι δίαιτες με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά (αλλά με χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες) οδηγούν σταθερά σε πολύ καλύτερα αποτελέσματα από τις χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, δίαιτες υψηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες.

Όχι μόνο προκαλούν μεγαλύτερη απώλεια βάρους, αλλά οδηγούν επίσης σε μεγάλες βελτιώσεις σε όλους σχεδόν τους κύριους παράγοντες κινδύνου για ασθένειες όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις και ο διαβήτης.


4. Οι ασθένειες του πολιτισμού αυξήθηκαν καθώς το βούτυρο και το λαρδί αντικαταστάθηκαν με φυτικά έλαια και τρανς λίπη.

 

 

 

 

 

 

 

Πηγή: Dr. Stephan Guyenet. The American Diet. 2012.


Τον 20ο αιώνα, πολλές σοβαρές ασθένειες έγιναν συχνές στους ανθρώπους. Η επιδημία των καρδιακών παθήσεων ξεκίνησε γύρω στο 1930, η επιδημία παχυσαρκίας ξεκίνησε το 1980 και η επιδημία διαβήτη ξεκίνησε γύρω στο 1990. Είναι σαφές από το παραπάνω γράφημα ότι αυτές οι ασθένειες έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, καθώς τα ζωικά λίπη έχουν αντικατασταθεί με λίπος, μαργαρίνη και μεταποιημένα φυτικά έλαια.

 

5. Στην καρδιολογική μελέτη Framingham, η καρδιακή νόσος φαίνεται να αυξάνεται  καθώς οι άνθρωποι αντικαθιστούν βούτυρο με μαργαρίνη.

 

 

 

 

 

 

 

Πηγή: Gillman MW, et al. Margarine intake and subsequent coronary heart disease in men. Epidemiology, 1997. Photo source: Whole Health Source.


Πίσω στον χρόνο, όταν όλοι άρχισαν να κατηγορούν τα  κορεσμένα λιπαρά ως αιτία των καρδιακών παθήσεων, το βούτυρο και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά απομονώθηκαν. Οι επαγγελματίες διατροφής σε όλο τον κόσμο άρχισαν να λένε στους ανθρώπους να αντικαταστήσουν το βούτυρο με τη μαργαρίνη ... η οποία ήταν χαμηλή σε κορεσμένα λιπαρά, αλλά ήταν υψηλή σε τεχνητά trans-λιπαρά. Όπως με τόσες πολλές από τις "αλήθειες" στη διατροφή, αυτό κατέληξε να έχει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Ενώ το κορεσμένο λίπος είναι αβλαβές, τα trans-λίπη είναι εξαιρετικά βλαπτικά. Στο παραπάνω γράφημα, με βάση τη μελέτη Framingham Heart Study, μπορείτε να δείτε πώς ο κίνδυνος καρδιακής νόσου αυξάνεται καθώς οι άνθρωποι τρώνε λιγότερο βούτυρο και περισσότερο μαργαρίνη.

 

Τελικά τί ισχύει;

Σε ανασκόπηση που συμπεριλήφθηκαν 173 μελέτες από το 2000-2012 (όλων των ειδών, πλην των συγχρονικών) με δείγμα υγιών ατόμων 18-70 ετών ως προς την ποσότητα ή/και το είδος του διαιτητικού λίπους και διάφορους δείκτες υγείας,  τα αποτελέσματα που προέκυψαν, εν περιλήψει, δίνονται παρακάτω:

Λιπίδια αίματος και καρδιαγγειακός κίνδυνος

Επαρκείς αποδείξεις ότι η αντικατάσταση του κορεσμένου λίπους με μονοακόρεστα ή πολυακόρεστα λιπαρά μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση του λιπιδαιμικού προφίλ (μείωση ολικής και LDL χοληστερόλης), ωστόσο οι αποδείξεις για βελτίωση του καρδιαγγειακού κινδύνου ήταν επαρκείς μόνο για την αντικατάσταση των κορεσμένων από πολυακόρεστα λιπαρά. Ανεπαρκή ήταν τα δεδομένα για συμπεράσματα ως προς την αρτηριακή πίεση ή τους διάφορους δείκτες φλεγμονής.

Γλυκόζη αίματος και κίνδυνος για σακχαρώδη διαβήτη

Εδώ η αντικατάσταση του κορεσμένου λίπους με άλλα είδη λιπαρών (συμπεριλαμβανομένων των ιχθυελαίων) δεν φάνηκε ευεργετική για την μείωση της γλυκόζης ή ινσουλίνης αίματος, ούτε όμως και για την μείωση του συνολικού κινδύνου για Διαβήτη. Πιθανές αποδείξεις βρέθηκαν ότι η πρόσληψη πολυακόρεστων και ιδίως λινολεικού οξέος μειώνει τον κίνδυνο για την πάθηση.

Κορεσμένο λίπος και καρκίνος

Εδώ τα αποτελέσματα ήταν αρκετά ελλιπή. Συνολικά, πιθανές ενδείξεις για μείωση κινδύνου βρέθηκαν μόνο όσον αφορά τον καρκίνο των ωοθηκών όπου το κορεσμένο λίπος φάνηκε να σχετίζεται με την εμφάνισή του ενώ αντίστροφη συσχέτιση βρέθηκε για το λινολεικό οξύ και τον καρκίνο του προστάτη.

Λίπος και αύξηση σωματικού βάρους

Τέλος, το βάρος φάνηκε να είναι ο μόνος παράγοντας κινδύνου που επηρεάζεται από την ποσότητα και όχι από την ποιότητα του λίπους. Έτσι, ενδεχομένως μείωση της ποσότητας λίπους κάτω από 30% της συνολικής ενέργειας να είναι ευεργετική για την μείωση βάρους.

Μεγάλο ενδιαφέρον προκαλεί η απουσία συσχέτισης των κορεσμένων λιπαρών και του ολικού διαιτητικού λίπος με οποιονδήποτε από τους προαναφερθέντες παράγοντες κινδύνου (πλην του βάρους για το ολικό λίπος), εύρημα που ενώ φαίνεται να ανακύπτει επανειλημμένα τα τελευταία χρόνια, ακόμα δεν φαίνεται να έχει ενσωματωθεί στην καθημερινή πρακτική των διαιτολόγων (φράσεις όπως «το κορεσμένο λίπος κάνει κακό στην καρδιά» ή «το λίπος της διατροφής ευθύνεται για την παχυσαρκία» συνεχίζουν να αναπαράγονται). Επίσης, τα ιχθυέλαια, που χρησιμοποιούνται κατά κόρον σε επίπεδο δευτερογενούς πρόληψης, δεν φάνηκε να σχετίζονται με χαμηλότερο κίνδυνο για θνητότητα από στεφανιαία νόσο.

Η παρούσα ανασκόπηση συμπεριέλαβε έναν πολύ μεγάλο όγκο ερευνητικών δεδομένων ενώ ακολουθήθηκε μια αρκετά μεθοδική και λεπτομερής διαδικασία για την εξαγωγή των συμπερασμάτων. Ωστόσο, ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για μια ποιοτική ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων και έτσι θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε και μία ποσοτική ανάλυσή τους ώστε τα αποτελέσματα αυτά να επιβεβαιωθούν.

bottom of page